Για τους γονείς

ΛΟΓΟΣ & ΟΜΙΛΙΑ

Ο Λόγος είναι το αφηρημένο γλωσσικό σύστημα ήχων κι εννοιών που κατέχει ο άνθρωπος και χρησιμοποιεί για να επικοινωνήσει. Οι ήχοι και οι έννοιες συνδυάζονται μεταξύ τους σύμφωνα με κοινωνικούς κανόνες οι οποίοι προκύπτουν με βάση τη Φωνολογία, τη Μορφολογία, τη Σύνταξη και την Πραγματολογία. Όταν ένα άτομο παρουσιάζει ελλείμματα σε έναν ή περισσότερους από αυτούς τους τομείς με αποτέλεσμα να δυσκολεύεται να εκφράσει τις ιδέες του ή να κατανοήσει τους συνομιλητές του, τότε μιλάμε για Διαταραχή Λόγου ή αλλιώς Γλωσσική Διαταραχή.

Η Ομιλία είναι η χρήση του Λόγου καθώς ο Λόγος γίνεται αντιληπτός μέσω αυτής. Η Ομιλία περιλαμβάνει την Άρθρωση (παραγωγή των ήχων μέσω των αρθρωτών), τη Φωνή (χρήση των φωνητικών χορδών και την αναπνοής για να παραχθούν οι ήχοι) και τη Ροή (ο ρυθμός της ομιλίας). Όταν ένα άτομο δυσκολεύεται να αρθρώσει ορθά κάποιους ήχους, εμφανίζει δυσροές καθώς μιλά ή παρουσιάζει δυσκολίες με τη χρήση της φωνής του, τότε μιλάμε για Διαταραχή της Ομιλίας.

Οι Διαταραχές Λόγου ή Ομιλίας μπορεί να εμφανίζονται μεμονωμένες ή να συνυπάρχουν. Ο λογοθεραπευτής μέσω ολοκληρωμένης αξιολόγησης θα τις εκτιμήσει και θα σας προτείνει το κατάλληλο πρόγραμμα παρέμβασης.

ΣΤΑΔΙΑ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΟΜΙΛΙΑΣ

Η γλωσσική ανάπτυξη ακολουθεί κάποια συγκεκριμένα στάδια. Σε κάθε στάδιο τα παιδιά αναπτύσσουν γλωσσικές δεξιότητες οι οποίες είναι απαραίτητες για την επικοινωνία.

Ο χρόνος αλλά και ο ρυθμός που κάθε παιδί αναπτύσσει τις γλωσσικές του δεξιότητες μπορεί να εμφανίσει αποκλίσεις οι οποίες συχνά δεν μας ανησυχούν.

Ωστόσο, υπάρχουν και παιδιά που παρουσιάζουν καθυστέρηση στη γλωσσική τους ανάπτυξη εξαιτίας άλλων διαταραχών (π.χ νοητική καθυστέρηση, αυτισμός κ.α) και για αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντική η έγκαιρη και ακριβής διάγνωση των γλωσσικών διαταραχών.

Η γλωσσική ανάπτυξη διαχωρίζεται στο προλεκτικό και στο λεκτικό στάδιο. Το προλεκτικό στάδιο ξεκινά από τη στιγμή της γέννησης ενός παιδιού ενώ το λεκτικό στάδιο ξεκινά από τη στιγμή που το παιδί ξεκινά να παράγει τις πρώτες του λέξεις.

Ο ακόλουθος πίνακας παρουσιάζει αναλυτικά τα αναπτυξιακά ορόσημα του λόγου και της ομιλίας.

ΣΤΑΔΙΑ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΛΟΓΟΥ & ΟΜΙΛΙΑΣ
Γέννηση: Τα βρέφη από τη στιγμή της γέννησής τους έχουν την ικανότητα να διακρίνουν τη φωνή της μητέρας τους. Από πολύ νωρίς μπορούν να διακρίνουν τη μητρική τους γλώσσα ανάμεσα σε άλλες και να εντοπίζουν την πηγή ενός ήχου.
Γέννηση-6 εβδομάδες: Παράγονται αντανακλαστικοί ήχοι όπως κλάμα, αναστεναγμοί και γρυλλισμοί.
2-4 μηνών: Παραγωγή ήχων που μοιάζουν με ουρανικά φωνήματα όπως το /k/ και /g/. Παραγωγή πρώτων φωνοποιήσεων που μοιάζουν με συλλαβές και χαρακτηρίζονται ως ψελίσματα.
4 μηνών Παραγωγή περισσότερων ήχων όπως γκρίνιες, τσιρίδες, ήχους με τα χείλη, φωνήεντα με διάρκεια και δυνατές φωνούλες. Ξεκινά το φωνητικό παιχνίδι.
6 μηνών Ξεκινά το κανονικό βάβισμα, το οποίο χαρακτηρίζεται από την επανάληψη της ίδιας συλλαβής π.χ ντανταντα, μπαμπαμπα
10 μηνών και πάνω Ξεκινά το ποικιλόχρωμο βάβισμα, το οποίο χαρακτηρίζεται από τον συνδυασμό διαφορετικών συλλαβών π.χ μπανταντι, πακιακι
12 μηνών Παράγονται οι πρώτες λέξεις ( μαμά, άτα, μπαμπά), αναγνωρίζει το όνομα του, ακολουθεί απλές εντολές που συνοδεύονται από χειρονομία (π.χ γεια σου), χρησιμοποιεί χειρονομίες για να επικοινωνήσει (π.χ δείχνει).
2 ετών Το παιδί παράγει >50 λέξεις και ξεκινά να παράγει φράσεις 2 λέξεων ή μεγαλύτερες (π.χ «Μαμά μπάλα»). Χρησιμοποιεί κάποιες προθέσεις (π.χ μέσα, πάνω), αντωνυμίες (π.χ εγώ, εσύ), λεκτικές καταλήξεις (π.χ –ω, -εις) και χρόνους αλλά όχι πάντα σωστά, κατονομάζει αρκετά συνηθισμένα αντικείμενα και ακολουθεί απλές εντολές που δεν συνοδεύονται από χειρονομίες, απολαμβάνει το παιχνίδι δράσης και μπορεί να συνεργαστεί με τον ενήλικα σε απλές εργασίες.
3 ετών Το παιδί παράγει προτάσεις 3-4 λέξεων απλής δομής, συνήθως με υποκείμενο και ρήμα. Επαναλαμβάνει προτάσεις με 5-7 συλλαβές και ακολουθεί εντολές δύο βημάτων. Ο λόγος γίνεται κατανοητός από τα μέλη της οικογένειας, απολαμβάνει το απλό παιχνίδι προσποίησης, ταιριάζει χρώματα και μοιράζεται τα παιχνίδια του με άλλους για σύντομο χρονικό διάστημα.
4 ετών Το παιδί χρησιμοποιεί συνδέσμους (π.χ αλλά, επειδή) και ο λόγος του γίνεται κατανοητός από ξένους. Ανακαλεί γεγονότα από το πρόσφατο παρελθόν, κατανοεί τις περισσότερες ερωτήσεις σχετικά με το άμεσο περιβάλλον του, κατηγοριοποιεί οικεία αντικείμενα, παίζει παιχνίδια ρόλων με άλλους και αντιγράφει μεμονωμένα γράμματα.
5 ετών  Το παιδί κατανοεί τις περισσότερες τοπικές και χρονικές έννοιες (πάνω, δίπλα, πριν, μετά, μέχρι), εκφράζει τα συναισθήματα του, ακολουθεί εντολές τριών βημάτων, γράφει το όνομα του, ζωγραφίζει αναγνωρίσιμα σχέδιο ανθρώπου, παίζει δημιουργικά, αναγνωρίζει μερικές ή ολικές σχέσεις, ντύνεται μόνο του.
6 ετών Το παιδί χρησιμοποιεί καλά διαμορφωμένες και πολύπλοκες προτάσεις, χρησιμοποιεί όλα τα μέρη του λόγου (π.χ ρήματα, ουσιαστικά, επίθετα, επιρρήματα, συνδέσμους και προθέσεις), ορίζει λέξεις μέσω της λειτουργίας τους και των γνωρισμάτων τους, ταυτίζει τα γράμματα με τους ήχους, διατηρεί την προσοχή του σε εργασίες που το ενδιαφέρουν, απολαμβάνει τα ανταγωνιστικά παιχνίδια.

ΜΑΘΗΣΙΑΚΕΣ ΔΥΣΚΟΛΙΕΣ

Για να μιλήσουμε για τον τομέα των μαθησιακών δυσκολιών είναι σημαντικό να ξεκαθαρίσουμε τη διαφορά ανάμεσα στις μαθησιακές δυσκολίες και στα μαθησιακά κενά καθώς ο όρος «μαθησιακές δυσκολίες» χρησιμοποιείται κατά κόρον ακόμα και σε περιπτώσεις παιδιών τα οποία στην πραγματικότητα δεν εντάσσονται σε αυτή την κατηγορία. Αναλυτικότερα:

Οι μαθησιακές δυσκολίες αφορούν μία εγγενή διαταραχή, δηλαδή έχουν νευρολογική βάση. Επηρεάζουν τη μάθηση και παραμένουν σε όλη τη διάρκεια της ζωής του ατόμου ακόμα κι αν έχει παρακολουθήσει προγράμματα παρέμβασης.

Με άλλα λόγια οι μαθησιακές δυσκολίες δεν θεραπεύονται απλά το άτομο εκπαιδεύεται προκειμένου να μπορεί να προσαρμοστεί στο εκπαιδευτικό πλαίσιο και να συνεχίσει την ακαδημαϊκή του πορεία η οποία τις περισσότερες φορές ολοκληρώνεται με επιτυχία.

Οι μαθησιακές δυσκολίες συχνά συνυπάρχουν με άλλες διαταραχές όπου σε αυτή την περίπτωση δεν πρόκειται για ειδική μαθησιακή δυσκολία τύπου δυσλεξία, αλλά συνήθως παρουσιάζονται γενικευμένες μαθησιακές δυσκολίες.

Οι ειδικές μαθησιακές δυσκολίες μπορεί να εκδηλώνονται στην ανάγνωση, στη γραφή, στην ορθογραφία ή στην αριθμητική.

Βασικά κριτήρια για τη διάγνωσή τους είναι το άτομο να παρουσιάζει μέσο φυσιολογικό ή άνω του φυσιολογικού δείκτη νοημοσύνης, να μην παρουσιάζει σοβαρές συναισθηματικές διαταραχές, να μην παρουσιάζει αισθητηριακά ελλείμματα όρασης ή ακοής και να είχε πάντα επαρκείς ευκαιρίες μάθησης.

ΦΩΝΟΛΟΓΙΚΗ ΕΠΙΓΝΩΣΗ

Ένας όρος που ακούμε όλο και περισσότερο τα τελευταία χρόνια είναι αυτός της φωνολογικής επίγνωσης. Η φωνολογική επίγνωση ή αλλιώς φωνολογική ενημερότητα  είναι ο μηχανισμός που διαθέτουμε και μας επιτρέπει να διαιρούμε τη γλώσσα στα επιμέρους συστατικά της.

Πιο συγκεκριμένα, χάρη στο μηχανισμό της φωνολογικής επίγνωσης μπορούμε να διακρίνουμε ότι ο προφορικός λόγος αποτελείται από προτάσεις, οι προτάσεις αποτελούνται από λέξεις, οι λέξεις από συλλαβές και οι συλλαβές από φωνήματα.

Η κατάκτηση της φωνολογικής επίγνωσης πραγματοποιείται σε πολλά στάδια και αναπτύσσεται κατά την προσχολική και πρώτη σχολική ηλικία. Ο μηχανισμός αυτός αποτελεί τη «γέφυρα» για την ομαλή μετάβαση από τον προφορικό στο γραπτό λόγο και συνήθως αποτελεί χαρακτηριστικό γνώρισμα των καλών αναγνωστών.

Εξάλλου είναι σύνηθες παιδιά με αναγνωστικές δυσκολίες να παρουσιάζουν ελλείμματα στο μηχανισμό της φωνολογικής ενημερότητας. Μελέτες που έχουν πραγματοποιηθεί έχουν δείξει πως αν εντοπιστούν εγκαίρως ελλείμματα στο μηχανισμό της φωνολογικής επίγνωσης και πραγματοποιηθεί η ανάλογη παρέμβαση μπορεί να αποφευχθεί η εκδήλωση αναγνωστικών δυσκολιών.

Συνεπώς, είναι ιδιαίτερα σημαντικό όταν ένα παιδί, ιδιαίτερα προσχολικής ηλικίας, παρακολουθεί πρόγραμμα λογοθεραπείας να αξιολογούνται οι φωνολογικές του δεξιότητες προκειμένου να εντοπιστούν τυχόν ελλείμματα ώστε να πραγματοποιηθεί η ανάλογη παρέμβαση και το παιδί να ξεκινήσει πιο ομαλά τη φοίτησή του στην Α΄ Δημοτικού.

ΠΟΤΕ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΠΕΥΘΥΝΘΩ ΣΕ ΛΟΓΟΘΕΡΑΠΕΥΤΗ

Είναι σημαντικό να έχουμε κατά νου πως κάθε παιδί είναι διαφορετικό και ακολουθεί τους δικούς του ρυθμούς ανάπτυξης. Ωστόσο, καλό είναι να λαμβάνουμε υπόψιν τα αναπτυξιακά ορόσημα για να παρακολουθούμε εάν ένα παιδί παρουσιάζει σημαντικές χρονικές αποκλίσεις κι έτσι να ζητήσουμε μία ολοκληρωμένη λογοθεραπευτική αξιολόγηση.

Εάν το παιδί σας πληρεί κάποια από τα ακόλουθα κριτήρια θα ήταν χρήσιμο να απευθυνθείτε σε έναν λογοθεραπευτή:

  • Παρουσιάζει σημαντική καθυστέρηση στην ανάπτυξη του λόγου και της ομιλίας με βάση τα στάδια της τυπικής ανάπτυξης που αναφέρονται παραπάνω (+ 6 μήνες).
  • Παρουσιάζει αρθρωτικές ή/και φωνολογικές δυσκολίες (δεν μιλάει καθαρά).
  • Δεν διατηρεί βλεμματική επαφή με τους συνομιλητές του.
  • Δυσκολεύεται να επικοινωνήσει λεκτικά (με λέξεις) αλλά και μη λεκτικά (με χειρονομίες), με αποτέλεσμα να μην γίνεται κατανοητό από το περιβάλλον του.
  • Θυμώνει ή γίνεται επιθετικό χωρίς λόγο ή για λόγους που δεν θεωρείτε εσείς σημαντικούς.
  • Παίζει μόνο του ή απομονώνεται κατά την διάρκεια του παιχνιδιού.
  • Επαναλαμβάνει λέξεις ή φράσεις που μόλις άκουσε ή έχει ακούσει πριν από ώρα.
  • Αναστατώνεται όταν αλλάζει το πρόγραμμά του και η ρουτίνα του.
  • Δεν κατανοεί απλές ή/και σύνθετες εντολές.
  • Δεν κατανοεί ερωτήσεις με αποτέλεσμα να δίνει συνήθως άσχετες απαντήσεις.
  • Δίνει την εντύπωση ότι δεν προσέχει όταν του μιλάνε.
  • Επαναλαμβάνει τα πρώτα γράμματα ή τις πρώτες συλλαβές ή ολόκληρες λέξεις διακόπτοντας τη ροή της ομιλίας του (π.χ «κκκότα», «μαμαμαμά»).
  • Το παιδί σας δεν μιλάει ενώ εσείς πιστεύετε ότι μπορεί να μιλήσει και «χαιδεύεται» ή «βαριέται».
  • Το παιδί σας μιλάει επιλεκτικά όταν θέλει εκείνο ή σε όποιον θέλει.
  • Διακόπτει διαρκώς και δεν περιμένει τη σειρά του.
  • Το λεξιλόγιο του είναι περιορισμένο.
  • Όταν αφηγείται ένα γεγονός ή περιγράφει κάτι παραλείπει σημαντικά στοιχεία, δεν διατηρεί μία λογική σειρά στα γεγονότα, δεν χρησιμοποιεί το λεξιλόγιο που γνωρίζει και γενικά παρατηρείτε ότι ο εκφραστικός του λόγος παραπέμπει σε παιδί μικρότερης ηλικίας.

Δυσκολεύεται να ακολουθήσει κοινωνικούς κανόνες όσον αφορά στη χρήση της γλώσσας και στη διαχείριση κοινωνικών καταστάσεων.

ΤΡΑΥΛΙΣΜΟΣ

Ο τραυλισμός αποτελεί μία διαταραχή της ροής της ομιλίας. Συνήθως εμφανίζεται μεταξύ 2 και 4 ετών, δηλαδή την περίοδο που αναπτύσσεται ραγδαία ο λόγος και η ομιλία των παιδιών. Παλαιότερα επικρατούσε η πεποίθηση πως ο τραυλισμός έχει ψυχολογικά αίτια. Πλέον υπάρχουν ξεκάθαρα ευρήματα ότι ο τραυλισμός είναι ένα πολύ-παραγοντικό φαινόμενο στο οποίο αλληλεπιδρούν μεταξύ τους παράγοντες Φυσιολογίας, Λόγου & Ομιλίας, Ψυχολογίας και Περιβάλλοντος. Πιο συγκεκριμένα, οι παράγοντες προδιάθεσης σε επίπεδο Φυσιολογίας και Λόγου/Ομιλίας είναι ζωτικής σημασίας για την εκδήλωση και ανάπτυξη του τραυλισμού ενώ ο συνδυασμός αυτών με τους Περιβαλλοντικούς και Ψυχολογικούς παράγοντες καθορίζουν τη σοβαρότητα και τη χρονική διάρκεια της διαταραχής.

Αν και οι δυσροές που παρουσιάζουν τα παιδιά που τραυλίζουν διαφέρουν ως προς τη συχνότητα εμφάνισης, την ένταση και τον τύπο, υπάρχουν κάποια κοινά χαρακτηριστικά που μας βοηθούν να κατανοήσουμε πότε ένα παιδί τραυλίζει. Πιο συγκεκριμένα τα παιδιά που τραυλίζουν μπορεί:

  • Να επαναλαμβάνουν ολόκληρες λέξεις (π.χ Θέλω να να να να φύγω).
  • Να επαναλαμβάνουν τμήματα των λέξεων όπως για παράδειγμα την πρώτη συλλαβή (Θε θε θε θε θέλω να φύγω).
  • Να μπλοκάρουν κατά την παραγωγή του πρώτου ήχου της λέξης (Η Κατερίνα παίζει).
  • Να επιμηκύνουν τους ήχους των λέξεων (Θθθθθθέλω να φύγω).
  • Παρουσιάζουν μυική ένταση γύρω από τα χείλη, τα μάτια, το λαιμό και τη μύτη.
  • Να κάνουν κινήσεις με το σώμα τους καθώς προσπαθούν να παράγουν τη λέξη (π.χ χτυπούν το χέρι τους ή το πόδι τους, κλείνουν τα μάτια τους κ.τ.λ).

Επίσης, πολλές φορές τα παιδιά στην προσπάθειά τους να διαχειριστούν τις δυσροές που παρουσιάζουν στην ομιλία τους βρίσκουν τεχνικές προκειμένου να αντισταθμίσουν αυτή τους τη δυσκολία. Για παράδειγμα, μπορεί να αντικαθιστούν τη λέξη με άλλη όταν αρχίζουν να τραυλίζουν, να αποφεύγουν να μιλήσουν, να κάνουν πολλές παύσεις κατά τη διάρκεια της ομιλίας τους δίνοντας την εντύπωση ότι σκέφτονται αυτό που θέλουν να πουν, να αποφεύγουν καταστάσεις στις οποίες υπάρχει κοινωνική έκθεση.

Γύρω στην ηλικία των 3 ετών περίπου όπου τα παιδιά ξεκινούν να παράγουν πιο σύνθετες φράσεις και προτάσεις υπάρχει πιθανότητα να παρουσιαστούν επαναλήψεις ήχων, επιμηκύνσεις και κομπιάσματα κατά την ομιλία τα οποία αποτελούν μέρος της φυσιολογικής ανάπτυξης του λόγου και της ομιλίας. Ωστόσο, είναι σημαντικό σε οποιαδήποτε περίοδο της ανάπτυξης ένα παιδί παρουσιάσει δυσροές στην ομιλία του να αξιολογηθεί από λογοθεραπευτή προκειμένου αυτός να κρίνει κατά πόσο το παιδί χρειάζεται να ενταχθεί σε πρόγραμμα λογοθεραπείας ή όχι και να δοθούν οι κατάλληλες συμβουλές προς τους γονείς.

ΑΥΤΙΣΜΟΣ & ΣΥΝΔΡΟΜΟ ASPERGER

Ο αυτισμός και το Σύνδρομο Asperger ανήκουν στις Διάχυτες Αναπτυξιακές Διαταραχές (ΔΑΔ) ή αλλιώς Διαταραχές Αυτιστικού Φάσματος (ΔΑΦ) όπως τείνουμε να τις αποκαλούμε τώρα πια. Για να διαγνωστεί ένα παιδί με Αυτισμό ή Σύνδρομο Asperger θα πρέπει να πληρεί κάποια διαγνωστικά κριτήρια. Η διάγνωση πραγματοποιείται από Παιδοψυχίατρο, Παιδονευρολόγο ή Παιδίατρο-Αναπτυξιολόγο. Ο λογοθεραπευτής ωστόσο μπορεί να διακρίνει αν το παιδί παρουσιάζει σημάδια ΔΑΦ και να σας παραπέμψει στις αντίστοιχες ειδικότητες.

  • Αυτισμός: Τα συμπτώματα του αυτισμού μπορεί να παρουσιαστούν πριν ακόμα συμπληρώσει ένα παιδί το 3ο έτος της ηλικίας του. Τα παιδιά με αυτισμό παρουσιάζουν ποιοτική έκπτωση στην κοινωνική αλληλεπίδραση στοιχείο το οποίο συνεπάγεται ελλείμματα στις προγλωσσικές δεξιότητες (βλεμματική επαφή, χειρονομίες, εκφράσεις προσώπου, στάση σώματος για επικοινωνιακό σκοπό κ.ο.κ), αποτυχία ανάπτυξης κοινωνικών σχέσεων ανάλογων με το αναπτυξιακό τους επίπεδο κι έλλειψη κοινωνικής ή συναισθηματικής αμοιβαιότητας. Επίσης, παρουσιάζουν ποιοτική έκπτωση σε επικοινωνιακές δεξιότητες. Πιο συγκεκριμένα, τα παιδιά με αυτισμό καθυστερούν να μιλήσουν ή μπορεί και να μην αναπτύξουν καθόλου προφορικό λόγο κατά τη διάρκεια της ζωής τους. Ωστόσο, ακόμα και αν αναπτύξουν επαρκή λόγο συνήθως δεν αναλαμβάνουν πρωτοβουλία έναρξης διαλόγου ή διατήρησης της συζήτησης ενώ μπορεί να παρουσιάζουν στερεότυπη χρήση της γλώσσας. Όσον αφορά το λειτουργικό και συμβολικό παιχνίδι, αν δεν απουσιάζει, είναι ακατάλληλο για το αναπτυξιακό τους επίπεδο. Τέλος, τα παιδιά με αυτισμό μπορεί να παρουσιάζουν επίμονη ενασχόληση με μέρη αντικειμένων (π.χ ρόδες αυτοκινήτων), στερεότυπες κι επαναλαμβανόμενες κινήσεις (π.χ χτύπημα ή τρίψιμο δαχτύλων) και έντονη προσκόλληση σε μη λειτουργικές ρουτίνες και τελετουργίες.

Σύνδρομο Asperger: Αποτελεί την πιο ήπια μορφή αυτισμού. Τα παιδιά με Σύνδρομο Asperger δεν εμφανίζουν καθυστέρηση στην ανάπτυξη της γλώσσας και παρουσιάζουν μέση φυσιολογική ή ανώτερη φυσιολογική νοημοσύνη αλλά δυσκολεύονται σημαντικά να δημιουργήσουν και να διατηρήσουν κοινωνικές σχέσεις. Επίσης, μπορεί να παρουσιάζουν επαναληπτικές και στερεότυπες συμπεριφορές, ελλείμματα στις προγλωσσικές δεξιότητες (βλεμματική επαφή, από κοινού εστίαση προσοχής κ.ο.κ), έντονο ενδιαφέρον για μη τυπικά πράγματα ή μέρη πραγμάτων (π.χ πλανήτες, πλυντήρια, καλώδια), έντονη ενασχόληση με δικά τους ενδιαφέροντα, προσκόλληση σε ρουτίνες, ελλείμματα στο σημασιολογικό και πραγματολογικό τομέα της γλώσσας, ιδιότυπη προσωδία και δυσκολία κατανόησης των συναισθημάτων των άλλων ανθρώπων. Από την άλλη πλευρά μπορεί να παρουσιάζουν ανώτερη ικανότητα αποστήθισης, πλούσιο λεξιλόγιο και έναρξη ανάγνωσης σε μικρή ηλικία.